Περιγραφή
Η μικροκαμωμένη φιγούρα δίπλα στον Αϊνστάιν ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με το παρουσιαστικό αυτού του σπουδαίου άντρα. H μαύρη λωρίδα στη μέση της χωρίστρας των γκρίζων μαλλιών του, που θύμιζε χτένισμα ζεν πρεμιέ της δεκαετίας του ’20, έδινε στο κεφάλι του μια εκπληκτική ομοιότητα με κουνάβι. Καθώς το ζευγάρι περπατούσε πλάι πλάι, ο λιπόσαρκος άντρας αγωνιζόταν να κρατήσει έναν παραφουσκωμένο χαρτοφύλακα που έμοιαζε να ζυγίζει όσο και ο ίδιος· φαινόταν περισσότερο σαν δικηγόρος του Αϊνστάιν παρά σαν ο σπουδαιότερος ειδικός στη λογική, από τον Αριστοτέλη και μετά, όπως συνήθιζαν να λένε πολλοί ομόλογοί του για να περιγράψουν τον Κουρτ Γκέντελ.
Βυθισμένος στις σκέψεις του, ο Γκέντελ σταμάτησε για μια στιγμή και κοίταξε εξεταστικά τον Αϊνστάιν μέσα από ένα ζευγάρι ολοστρόγγυλα χοντρά γυαλιά με σκούρο σκελετό, σαν αυτά που φορούσαν οι πρόσφυγες από την κεντρική Ευρώπη. Κατεβαίνοντας από το πεζοδρόμιο, ο Αϊνστάιν παρατήρησε την έκφραση ανησυχίας του Γκέντελ.
«Τι σε βασανίζει, Κουρτ; Είσαι σιωπηλός εδώ και ώρα».
Κοιτώντας τον Αϊνστάιν με μια εκφραστική, σχεδόν ένοχη όψη, ο Γκέντελ απάντησε:
«Λυπάμαι, Άλμπερτ. Δεν θέλω να σε ενοχλώ με τα μικρά μου προβλήματα». Tα χείλη του τέντωσαν σχηματίζοντας ένα ντροπαλό, αμήχανο χαμόγελο.
«Αρχίζεις να με εκνευρίζεις, Κουρτ. Είμαστε ή δεν είμαστε φίλοι; Πες μου λοιπόν τι σε απασχολεί»…
Το κεντρικό φιλοσοφικό ζήτημα αυτής της ιστορίας –πού βρίσκονται τα όρια της επιστημονικής γνώσης;– παραμένει σκοτεινό και άλυτο όσο ποτέ. Ίσως η δυσκολία έγκειται στην αοριστία του ερωτήματος. Κάθε φορά που επιχειρούμε να καθορίσουμε την έννοια του «ορίου», της «επιστήμης» ή της «γνώσης», η καθημερινή γλώσσα αποτυγχάνει και μας αφήνει εγκλωβισμένους σε πληθώρα σημασιολογικών συγχύσεων. Σε αντίθεση με τα μαθηματικά –όπου υπάρχει μια καθορισμένη έννοια του τι σημαίνει «αποφασίζουμε για την απάντηση» σε ένα ερώτημα– στις φυσικές επιστήμες δεν υπάρχει καμία σαφής έννοια που να καθορίζει την απάντηση. Παρ’ όλ’ αυτά, η προσπάθεια για την αποσαφήνιση –αν όχι την επίλυση– του προβλήματος συνεχίζεται.
1946: H απαρχή της εποχής των υπολογιστών. Τα πιο λαμπρά μυαλά της επιστήμης του 20ού αιώνα συγκεντρώνονται στο αναγνωρισμένου κύρους Ινστιτούτο Ανώτερων Μελετών του Πρίνστον, στο Νιου Τζέρσεϊ, ένα ανεξάρτητο ίδρυμα αφιερωμένο εξολοκλήρου στην αναζήτηση της καθαρής γνώσης. Για τα εξέχοντα μέλη του το Iνστιτούτο είναι ένας παράδεισος της διανόησης, προστατευμένος από τις έγνοιες και τις συμφορές του έξω κόσμου.
Όμως,… ακόμη και στον «παράδεισο» υπάρχουν ανησυχίες.
Ο Άλμπερτ Αϊνστάιν –ο σπουδαιότερος φυσικός του 20ού αιώνα– εκμυστηρεύεται στον Κουρτ Γκέντελ, τον μαθηματικό της λογικής, τον προβληματισμό του για τα «παγκόσμια μυστικά» που κρύβει η σύγχρονη επιστήμη. Ο Τζ. Ρόμπερτ Οπενχάιμερ –ο πατέρας της αμερικανικής ατομικής βόμβας– έχει να αντιμετωπίσει τον Τζον φον Νόιμαν –τον πολυμαθή Ουγγροαμερικανό που ανέπτυξε τη θεωρία παιγνίων και τον ψηφιακό υπολογιστή– μετά τις δηλώσεις του ότι ο υπολογιστής του δεν είναι προς πώληση αλλά προς εξυπηρέτηση των επιστημονικών ερευνών. O Λιούις Λ. Στράους –εύπορος τραπεζίτης της Oυόλ Στριτ– οραματίζεται το μέλλον της Aμερικής επενδύοντας στα σχέδια του φον Νόιμαν.
H αξιοσέβαστη ομάδα, έχει να διαφωνήσει σε πολλά: από την τεχνητή νοημοσύνη, την κβαντική λογική και τη βιολογία ώς τη φυσική, τη δομή των οικονομικών συστημάτων και την ισχύ της ανθρώπινης νόησης.
Όλοι τους, όμως, «αποκαλύπτονται» μπροστά στο αμείλικτο ερώτημα: πού βρίσκονται τα όρια της επιστημονικής γνώσης;